Καθότι
Καθότι: επειδή, διότι.
Ιερεμιάδα (η): λόγος που παρουσιάζει, περιγράφει ή εκτιμά, μια κατάσταση με τρόπο ιδιαίτερα απαισιόδοξο ή μεμψίμοιρο· θρηνολογία, μεμψιμοιρία.
Απέχει παρασάγγες/παρασάγγας: για κάτι που βρίσκεται σε μεγάλη απόσταση, που έχει μεγάλη διαφορά.
Ζοφερός -ή -ό: [1] υπερβολικά σκοτεινός· κατασκότεινος [2] που εμπνέει φόβο, ανησυχία, βαθιά μελαγχολία, θλίψη ή απαισιοδοξία.