Αγύρτης -ισσα: υβριστικός χαρακτηρισμός εκείνου που εξαπατά τους ανθρώπους με επίδειξη γνώσεων, ικανοτήτων, προσόντων κτλ., τα οποία στην πραγματικότητα δεν έχει· απατεώνας, τσαρλατάνος.
Θαλερός
Θαλερός -ή -ό: [1] (για φυτό) που βρίσκεται σε άνθηση· πράσινος, φρέσκος. [2] (μτφ. για άνθρ.) που διατηρεί την ακμαιότητά του, σφριγηλός, ζωηρός, νεανικός.
Επάκτιος
Επάκτιος: που βρίσκεται ή εντοπίζεται στην ακτή.
Άφατος
Άφατος -η -ο: που δεν μπορούν να τον περιγράψουν, να τον εκφράσουν· απερίγραπτος, ανείπωτος.
Ωτακουστής
Ωτακουστής (ο): αυτός που ακούει κρυφά τι συζητούν κάποιοι, που κρυφακούει.
Ψαροκάλαθο
Ψαροκάλαθο (το): πλατύ και ρηχό καλάθι για ψάρια.
Χαζοκούτι
Χαζοκούτι (το): η συσκευή της τηλεόρασης, για να δηλώσουμε ότι τα προγράμματά της αποβλακώνουν τους θεατές.