Φ

Φαρφάρας

Φαρφάρας (ο): άνθρωπος φλύαρος, που λέει πολλά και χωρίς ουσία λόγια.

Φακιόλι

Φακιόλι (το): γυναικείο μαντίλι που δένεται στο κεφάλι για να το προστατεύει, κυρίως κατά την εκτέλεση οικιακών εργασιών.