Κάθιδρος -η -ο: καταϊδρωμένος. (*)
Στο χωριό μας, για τρίτη συνεχή χρονιά, διοργανώνεται αγώνας ανωμάλου δρόμου. Τέτοιος ανώμαλος που είναι ο πρόεδρος, τέτοιο αγώνισμα διοργανώνει. Τέλος πάντων! Φέτος, λοιπόν, αποφάσισε να λάβει μέρος και ο φίλος μου ο Δημητράκης. Ο κατά κόσμον, Δημήτρης Κατρούμπας, με σαράντα χρόνια στην πλάτη και σαρανταπέντε πόντους προεξέχουσα από το σώμα μπιροκοιλιά!
«Που θα πας ρε ζαγάρι; Θα σου έρθει ταμπλάς!», του λέω κάθε μέρα αλλά αυτός εκεί, στο πείσμα του…
«Α, ρε! Είμι φιτ ρε ιγώ!», απαντάει κάνοντας “ποντίκι” με το πλαδαρό δεξί του μπράτσο!!!
Μη σας τα πολυλογώ… έφτασε η μέρα του αγώνα. Μαζεύονται όλοι οι επίδοξοι Κεντέρηδες και ο πάρεδρος με ένα μισοσκουριασμένο περίστροφο -το είχε από τον πατέρα του που ήταν αντάρτης στην κατοχή- δίνει το εναρκτήριο λάκτισμα του αγώνα! Αρχίζουν να πουλαλούν οι ερασιτέχνες αθλητές του χωριού, μαζί και ο Δημητράκης. Μετά από κάνα μισάωρο, φτάνει στο τερματισμό ο πρώτος (όχι βέβαια ο φίλος μου). Δεν περνούν ένα δύο λεπτά, να σου κι ο δεύτερος (μην αναρωτιέστε, φυσικά δεν είναι ο Δημητράκης)! Τριάντα δύο άτομα τερμάτισαν, τριάντα τρία είχαν ξεκινήσει. Ο φίλος μου ο φιτ άφαντος… τον βρήκαμε κάθιδρο, να ασθμαίνει, στα μισά της διαδρομής. Από την ανακούφιση, δε, που νοιώσαμε όταν βεβαιωθήκαμε ότι ζει, του δώσαμε όλοι οι χωριανοί ένα μεγάλο μετάλλιο… αυτό της ανοικτής παλάμης! Πάντως ο φιλαράκος μου στην ταβέρνα του Μήτσου, που μαζευτήκαμε όλοι μετά, βγήκε πρωταθλητής οινοποσίας και μπριζολοφαγίας μετά τζατζικίου! Εύγε λεβέντη μου, κοιλιοφίτ!
(*) Ο ορισμός της λέξης περιλαμβάνεται στο λεξικό του Ινστιτούτου Νεοελληνικών Σπουδών του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης.