Ιδεόγραμμα (το): γραφικό σημείο, παράσταση, που, μέσα σε ένα σύστημα γραφής, εκφράζει μια ιδέα, έννοια και όχι τους φθόγγους της αντίστοιχης λέξης. (*)
– Αγάπη μου, μήπως πρέπει να αποφασίσεις τελικά ποιο θα κάνεις; Οι άνθρωποι κλείνουν σε μία ώρα. Αυτό το άλμπουμ αν είχε λαλιά θα σε είχε σκυλοβρίσει!
– Ρε μωράκι, τατουάζ είναι αυτό δεν είναι πουκάμισο, αν δεν μου αρέσει δεν το ξαναφοράω! Κινέζικα είπαμε είναι όλα αυτά;
– Ναι βρε καρδιά μου -το καρδιά μου το λέει με σφιγμένα χείλη- όλα κινέζικα ιδεογράμματα είναι… διάλεξε επιτέλους! Εξηγεί τι σημαίνει το καθένα κάτω από το σχέδιο.
– Κι αν έχουν κάνει λάθος στη μετάφραση και αντί για «Γενναιότητα» που θέλω μάλλον εγώ βγει τίποτα του στυλ «Μαλακομπούκωμα»;
– … #&@!(*# … για το τελευταίο έχεις φυσικό χάρισμα Γιαννάκη μου, δεν χρειάζεσαι ταττού… πάω να φύγω… Α, μα πια!
(*) Ο ορισμός της λέξης περιλαμβάνεται στο λεξικό του Ινστιτούτου Νεοελληνικών Σπουδών του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης.